...το Τέλος του Κόσμου
Οδηγώντας προς το Puerto Natales, η θέα ήταν ως συνήθως πανέμορφη. Είχαν αρχίσει να φαίνονται τα πρώτα σπίτια και η θάλασσα, ενώ στο βάθος διακρίνονταν με ευκολία τα χιονισμένα βουνά απ' την απέναντι στεριά. Η γη με τη θάλασσα σ' αυτό το μέρος έπαιζαν παιχνίδια με την αντίληψή μας. Στενές λωρίδες της να βουτούν στη θάλασσα κι αυτή με τη σειρά της να κόβει τη στεριά σε πολλά κομμάτια. Το καλοκαίρι είχε δώσει την ευκαιρία στα λουλούδια ν' ανθίσουν και παντού γύρω μας βλέπαμε μπουκέτα στα πιο έντονα κίτρινα και μοβ χρώματα! Ανάμεσα στα φυτά, φύτρωναν και πινακίδες που ενημέρωναν πως βρισκόμασταν στον δρόμο για το τέλος του κόσμου (Ruta del Fin del Mundo). Η πόλη των περίπου 20.000 κατοίκων, το γραφικό Puerto Natales, ήταν όντως ένα ξεχωριστό μέρος. Ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα και λειτούργησε ως λιμάνι για την κτηνοτροφία της περιοχής (η Παταγονία είναι γνωστή για τα πρόβατά της), ενώ εποικίστηκε από Ευρωπαίους μετανάστες και Χιλιανούς με καταγωγή απ' το νησί Chiloe. Όλες αυτές οι επιρροές έχουν δώσει στην πόλη μια ενδιαφέρουσα ταυτότητα. Τα πολύχρωμα ξύλινα σπίτια με τα μικρά παράθυρα που από μέσα τους διακρίνονται κεντητά κουρτινάκια, δε γίνεται να μη φτιάξουν τη διάθεση όποιου κι αν τα κοιτάζει.
Όμως, το Puerto Natales σήμερα βασίζεται - που αλλού; - στην τουριστική βιομηχανία. Βρίσκεται κοντά σε μια από της εισόδους του Torres del Paine και λειτουργεί σαν ορμητήριο για τον διάσημο εθνικό δρυμό. Όλοι οι ταξιδιώτες που έρχονται από τα νότια, περνούν από εκεί πριν το επισκεφτούν κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα η μικρή πόλη να είναι γεμάτη κόσμο. Ξεκινήσαμε την αναζήτηση κάμπινγκ, αλλά σύντομα συνειδητοποιήσαμε πως τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Παντού βέβαια υπήρχαν ξενοδοχεία, ξενώνες, χόστελ, αλλά κάμπινγκ δε φαινόταν πουθενά. Ρωτώντας και ψάχνοντας καταφέραμε να χαθούμε και μετά από μερικές βόλτες στην πόλη, μας έστειλαν σ' έναν ξενώνα, στον κήπο του οποίου ο ιδιοκτήτης επέτρεπε την κατασκήνωση. Ο Στέργιος μπήκε να ρωτήσει και δεν άργησε να ξαναβγεί έξαλλος. Ο “κήπος” ήταν μια πίσω αυλή που χρησίμευε για το άπλωμα της μπουγάδας. Δε θα μας ενοχλούσε καθόλου αν δεν ήταν άλλες 5-6 σκηνές ήδη στημένες η μια κολλητά στην άλλη πίσω απ' τον μαντρότοιχο και με τον ιδιοκτήτη να ζητά γι' αυτό περίπου 7,5€ κατ' άτομο! Ένα ακόμη δείγμα της κακής πλευράς του τουρισμού.
Θα ήταν ψέμα να πω πως δεν είχαμε κουραστεί απ' τα τόσο τουριστικά μέρη που είχαμε επισκεφτεί τον τελευταίο καιρό. Σε κάθε περίπτωση που νιώθαμε να μας εκμεταλλεύονται και να μας υπερχρεώνουν για άθλιες παροχές κι εγκαταστάσεις, απλώς αποχωρούσαμε. Έτσι λοιπόν, βρεθήκαμε να ταξιδεύουμε αργά το απόγευμα για την πόλη Punta Arenas. Το ίδιο πρωί είχαμε ξεκινήσει απ' το Tapi Aike στην Αργεντινή με πλάνο να κάνουμε μόλις 100χμ ως το Puerto Natales και καταλήξαμε στην Punta Arenas, έχοντας καλύψει μια απόσταση 360 χιλιομέτρων συνολικά! Ευτυχώς, ήμασταν τόσο κοντά στην Ανταρκτική και, όντας καλοκαίρι ο ήλιος έδυε λίγο μετά τις 22:00, οπότε είχαμε πολλές ώρες με φως κάθε μέρα. Ο Κίτσος μας είχε βγάλει ασπροπρόσωπους ακόμα μια φορά. Αδιαμαρτύρητα έκανε και αυτά τα χιλιόμετρα φορτωμένος σα γαϊδούρι και το μόνο που έλειπε τώρα, ήταν να βρούμε ένα μέρος να ξεκουραστούμε όλοι μας στην Punta Arenas. Το μοναδικό κάμπινγκ που υπήρχε ήταν ασφυκτικά γεμάτο κι έπρεπε να βρούμε κάποιο κατάλυμα σύντομα γιατί είχαμε κουραστεί αρκετά. Μπορεί ο ήλιος ν' αργεί να δύσει, αλλά όταν το πάρει απόφαση, δεν τον προλαβαίνεις! Το σκοτάδι έπεσε και ήταν πια πολύ δύσκολο να βγούμε εκτός και να στήσουμε τη σκηνή μας κάπου ερημικά. Νοικιάσαμε δωμάτιο στον φτηνότερο ξενώνα που βρήκαμε στην πόλη: μια μικρή, ετοιμόρροπη τρώγλη στον πρώτο όροφο ενός τσικνισμένου φαστ-φουντ στη “συμφέρουσα” τιμή των 25€! Φάγαμε ένα εκπληκτικά υγιεινό δείπνο που αποτελούταν αποκλειστικά από τηγανισμένα κρέατα και λαχανικά και πέσαμε κατάκοποι για ύπνο.
Στην Punta Arenas μείναμε τελικά δυο βραδιές. Θα φεύγαμε νωρίτερα, αλλά έπρεπε να περιμένουμε το επόμενο δρομολόγιο για το νησί της Γης του Πυρός. “Γη του Πυρός” ονομάζεται το αρχιπέλαγος που αποτελείται από τ' ομώνυμο νησί (Isla Grande de Tierra del Fuego) και πολλά ακόμη μικρότερα. Το μπέρδεμα με τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες της περιοχής γίνεται ακόμη μεγαλύτερο λόγω των εδαφικών διεκδικήσεων της Χιλής και της Αργεντινής κι έτσι σήμερα, η Γη του Πυρός είναι μοιρασμένη μεταξύ των δύο χωρών. Το επιβλητικό όνομά της το πήρε απ' τον Πορτογάλο εξερευνητή Μαγγελάνο, όταν εκείνος πρωταντίκρισε τις φωτιές των ντόπιων το 1520 που έφτασε ως εκεί. Μέχρι να μπει ο 20ος αιώνας, οι Ευρωπαίοι είχαν καταφέρει να ξεκληρίσουν τους ιθαγενείς κατοίκους της περιοχής που βρίσκονταν εκεί απ' το 8.000πΧ(!) και να φέρουν την πρόοδο και την ευημερία! Χρυσός, πετρέλαιο και απέραντα βοσκοτόπια ήταν η παρακαταθήκη τους. Τώρα πια και ο τουρισμός!
Ατέλειωτα βοσκοτόπια στον δρόμο για το Puerto Natales
Έχουμε πάρει τον δρόμο για “Το Τέλος του Κόσμου”, όπως μας πληροφορεί η πινακίδα
Προσοχή κι ακόμη περισσότερη προσοχή συστήνουν οι πινακίδες στον δρόμο απ' το Porvnir για Rio Grande
Διασχίζοντας το Στενό του Μαγγελάνου προς τη Γη του Πυρός, είχαμε κάμποση ώρα για σκότωμα...
Για να μην μας βρουν κατεψυγμένους στο κατάστρωμα του πλοίου για τη Γη του Πυρός, φορέσαμε ό,τι ρούχα είχαμε και κυνηγούσαμε τη ζέστη απ' τις ακτίνες του ήλιου
Καθώς έδενε το καράβι στο λιμανάκι του Porvenir, αυτή ήταν πρώτη εικόνα μας απ' τη Γη του Πυρός
Απ' το λιμάνι της Punta Arenas πήραμε το καράβι για το Porvenir, ένα χωριουδάκι στο δυτικό κομμάτι του νησιού της Γης του Πυρός που ανήκει στη Χιλή. Χωρίς τεράστια έκπληξη διαπιστώσαμε πως και αυτό το καράβι ήταν ελληνικό, αλλά αυτή τη φορά το κύριο μέλημά μας ήταν να βρούμε μια γωνίτσα να καθίσουμε μέσα στο ασφυκτικά μικρό σαλόνι του. Μάταια όμως! Τελικά, περάσαμε το δίωρο ταξίδι στο στενό του Μαγγελάνου πάνω στο κατάστρωμα. Θαρρείς κι ο κρύος αέρας που φυσούσε, πως έφερνε όλη την παγωνιά της Ανταρκτικής πάνω μας. Με οδηγό το ένστικτο κάθε θερμόαιμου οργανισμού, ακολουθούσαμε τις ακτίνες του ήλιου ή τα πιο απάγκια σημεία ανάλογα με την πορεία του πλοίου και κάναμε υπομονή. Στο καράβι, εκτός από κάποιους μοτοσυκλετιστές - πάντα με μεγάλες μηχανές, γνωρίσαμε κ ένα ζευγάρι Γερμανών ποδηλατών. Το εντυπωσιακό όμως είναι πως δεν ταξίδευαν μόνοι, αλλά παρέα με το 2 μηνών βρέφος τους, το οποίο έδειχνε αρκετά χαλαρό στο μικρό, άριστα προστατευμένο τρέιλερ που είχαν προσαρμόσει στο ποδήλατο του ενός. Ποιος είπε πως αν έχεις παιδιά πρέπει να κάθεσαι κλεισμένος στο σπίτι;
Ποιος είπε πως αν έχεις παιδιά πρέπει να κάθεσαι κλεισμένος στο σπίτι;
Απ' το Porvenir ξεκινήσαμε αμέσως για το Rio Grande, την επόμενη πόλη όπου θα διανυκτερεύαμε. Ο δρόμος χωμάτινος αλλά εύκολος. Ούτε την ένταση του ανέμου δεν είχαμε αντιληφθεί, αφού όση ώρα ήμασταν εν κινήσει, φυσούσε “ούριος” άνεμος και μάλιστα στην ίδια ταχύτητα μ' εμάς. Μόνο όταν σταματήσαμε καταλάβαμε πόσο δυνατός ήταν! Μετά από 240χμ, φτάσαμε παγωμένοι στο Rio Grande. Η πόλη δεν είχε κάτι ιδιαίτερο και φαίνεται πως δε σταματούσαν πολλοί ταξιδιώτες εκεί, παρά μόνο αν δεν είχαν άλλη επιλογή. Παρ' όλο που είναι μεγαλύτερη σε πληθυσμό απ' την Ushuaia, είναι μια βιομηχανική πόλη χωρίς κάτι ενδιαφέρον για τους περαστικούς. Φυσικά, διαλέξαμε τον φτηνότερο ξενώνα αφού δεν υπήρχε κάμπινγκ και πριν καταλήξουμε εκεί, περάσαμε απ' το σούπερ-μάρκετ για τις προμήθειες μας. Καθώς περίμενα δίπλα στη βέσπα, μια μικροκαμωμένη γυναίκα γύρω στα 50-55, με ένα πλατύ χαμόγελο με πλησίασε. Ανταπέδωσα το χαμόγελο λίγο κουρασμένη, αλλά το πρόσωπό μου φωτίστηκε όταν με ρώτησε: “Ψάχνετε για κάμπινγκ;”. “Ναι, βέβαια!”, της απάντησα κι από εκείνη τη στιγμή, ξεκίνησε μια αναπάντεχη σειρά γεγονότων που οδήγησαν στη δημιουργία μιας πραγματικής φιλίας!
Η Γκρασιέλα, πριν λίγες μέρες είχε εγκαινιάσει το μικρό κάμπινγκ στην αυλή του σπιτιού της. “La Casa Azul de Graciela” - Το Μπλε Σπίτι της Γκρασιέλας, ήταν ένας μικρός παράδεισος χαμένος κάπου στην απέναντι όχθη του ποταμού Rio Grande. Κάθε απόγευμα, την ώρα που οι ταξιδιώτες άρχιζαν να ψάχνουν για κατάλυμα, η Graciela κατέβαινε στην πόλη και τους περίμενε. Backpackers, ποδηλάτες και μοτοσυκλετιστές ήταν αυτοί που προτιμούσε να μοιράζεται τον χώρο της. Όταν φτάσαμε στο Μπλε Σπίτι και καθώς ήμασταν αρκετά κουρασμένοι, η Γκρασιέλα μας πρόσφερε το teepee που είχε στημένο στην πίσω αυλή για να μείνουμε. Η κουζίνα και το καθιστικό του σπιτιού της διαθέσιμα πάντα για τους φιλοξενούμενους της και η καρδιά της ορθάνοιχτη! Νιώσαμε τόσο άνετα μαζί της, που το σχέδιο να μείνουμε μόνο ένα βράδυ εκεί και να συνεχίσουμε αμέσως για την Ushuaia, άλλαξε χωρίς πολλή σκέψη.
Δεν τολμούσαμε να το συζητήσουμε ούτε καν μεταξύ μας, αλλά ξέραμε πως είχε πλησιάσει ο καιρός για μια δύσκολη απόφαση. Πώς θα συνεχίζαμε; Ως πού; Ως πότε; Ξέραμε πως η μέρα που μάλλον θα γυρίζαμε στην Ελλάδα για να προσπαθήσουμε να συγκεντρώσουμε τ' απαραίτητα και να συνεχίσουμε, ήταν κάπου κοντά. Δε θέλαμε να το παραδεχτούμε. Ο χρόνος με τη Γκρασιέλα μας βοήθησε να χαλαρώσουμε και να πάρουμε τις αποφάσεις μας. Μετά από τρεις μέρες στο Μπλε Σπίτι, φύγαμε για την Ushuaia, την πόλη που είναι γνωστή ως “η νοτιότερη στον κόσμο”. Τρεις πόλεις αυτο-διαφημίζονται ως οι νοτιότερες του κόσμου: η Punta Arenas και το Puerto Williams στη Χιλή και η Ushuaia στην Αργεντινή. Αν και με γεωγραφικούς όρους, το Puerto Williams βρίσκεται νοτιότερα απ' τις άλλες, η Ushuaia είναι η πιο διάσημη σαν ορμητήριο ή σαν κατάληξη πολλών ταξιδιών στην αμερικανική ήπειρο. Οι λόγοι που θέλαμε να φτάσουμε ως εκεί, ήταν συμβολικοί. Έτσι, για τον ψυχαναγκασμό, είπαμε να φωτογραφηθούμε κι εμείς στη διάσημη πινακίδα.
Στήριξε το ταξίδι μας
Έστω κι 1€ μπορεί να μας κρατήσει στο δρόμο για παραπάνω καιρό και να μας βοηθήσει να μοιραστούμε περισσότερες ιστορίες!
Κάνε μια μικρή συνεισφορά
Αν σου αρέσουν οι ιστορίες μας, οι φωτογραφίες και τα βίντεό μας, μπορείς να μας βοηθήσεις να συνεχίσουμε.
ΜΠΕΣ ΣΤΟ WORLDVESPA CREW!Φύγαμε απ' το Μπλε Σπίτι με την υπόσχεση πως θα ξαναγυρίσουμε σύντομα. Εγώ υπολόγιζα σε 2-3 μέρες, αλλά ο Στέργιος καθώς φεύγαμε, έκλεισε το μάτι στην Γκρασιέλα και της είπε “Αύριο θα' μαστε πίσω!”. Δεν τον πίστεψα. Κακώς! Πήραμε τη Ruta 3, τον βασικό οδικό άξονα που ενώνει το Μπουένος Άιρες με την Ushuaia και κατευθυνθήκαμε προς τη διάσημη πόλη. Το κλίμα στην περιοχή είναι κυρίως υποπολικό και βασικό χαρακτηριστικό της χλωρίδας είναι τα δάση από κωνοφόρα δέντρα. Πραγματικά, η διαδρομή ως την Ushuaia ήταν πανέμορφη. Τεράστια βράχια κομμένα στη μέση για να περάσει ο δρόμος και γύρω μας τα μεγαλόπρεπα δέντρα. Ποτάμια, λίμνες, ρυάκια στα οποία για πρώτη φορά παρατηρούσαμε την πολύπλοκη αρχιτεκτονική των φραγμάτων που χτίζουν οι κάστορες. (Αργότερα μάθαμε πως οι κάστορες είναι εισαγόμενο είδος απ' τον Καναδά και τα τελευταία χρόνια έχουν προκαλέσει αναρίθμητες καταστροφές). Εικόνες της φύσης που είχαμε δει μόνο σε ντοκιμαντέρ. Όμως, βρισκόμασταν εκεί την πιο τουριστική περίοδο του έτους. Η απόλαυση του τοπίου διακοπτόταν συνεχώς από τους οδηγούς των εκατοντάδων οχημάτων που μας προσπερνούσαν και σε πολλές περιπτώσεις, με άγριες διαθέσεις. Τροχόσπιτα, επιβατηγά, μοτοσυκλέτες, φορτηγά, ποδήλατα...Ένα τεράστιο πλήθος ταξιδιωτών κινούταν προς ή από την Ushuaia. Είχαμε από καιρό διαπιστώσει πόσο τουριστικές είναι οι περιοχές που πλέον κινούμασταν, αλλά δεν πιστεύαμε πως αυτό θα κατέληγε να μας χαλάσει τη διάθεση.
Όταν φτάσαμε στην Ushuaia, πέσαμε πάνω στην κίνηση! Η βέσπα, με τόσες αποσκευές δεμένες πάνω της ήταν αδύνατο να συμπεριφερθεί σα δίτροχο και να χωθούμε ανάμεσα στα σταματημένα αυτοκίνητα. Κατεβήκαμε ως τον παραλιακό δρόμο με δυσκολία και βρήκαμε το βενζινάδικο που ψάχναμε. Η ουρά των οχημάτων ατέλειωτη. Ήμασταν σχεδόν σοκαρισμένοι και μάταια προσπαθούσαμε ν' απαντήσουμε με τον απαιτούμενο ενθουσιασμό στις δεκάδες ερωτήσεις άλλων ταξιδιωτών για το πώς φτάσαμε ως εκεί μ' ένα τόσο μικρό μηχανάκι. Όταν καταφέραμε και βάλαμε βενζίνη, κατευθυνθήκαμε προς τη διάσημη πινακίδα που με λυρισμό σηματοδοτεί το τέλος του κόσμου. Βγάλαμε την απαραίτητη φωτογραφία και σχεδόν φυγαδεύσαμε τον Κίτσο, πριν προλάβει να του “επιτεθεί” ένα πλήθος τουριστών που ήθελε να μας πιάσει την κουβέντα. Νιώθαμε τελείως έξω απ' τα νερά μας. Κρυφτήκαμε σε κάποιο στενάκι της πόλης για ν' ανασυγκροτηθούμε.
Αποφασίσαμε να μείνουμε το βράδυ στο δημοτικό κάμπινγκ της πόλης όπου η κατασκήνωση ήταν δωρεάν κι επιχειρήσαμε να μπούμε σ' ένα σούπερ-μάρκετ για ν' αγοράσουμε τα χρειώδη. Εγώ έμεινα έξω με τη φορτωμένη βέσπα κι ο Στέργιος μπήκε να ψωνίσει. Μετά από 10 λεπτά, βγήκε απηυδισμένος και μου είπε πως όλα ήταν πανάκριβα και πως οι ουρές στα ταμία ήταν πολύ μακρύτερες απ' ότι θεωρεί λογικό για να περιμένει. Εγώ, εκείνη τη στιγμή προσπαθούσα ευγενικά ν' αποφύγω τη συζήτηση μ' ένα γκρουπάκι τουριστών που, υπό την επήρεια μπύρας, σκότωναν την ώρα τους ρωτώντας πληροφορίες για εμάς. Πριν προλάβω να το καταλάβω, ο Στέργιος μ' είχε ανεβάσει στη βέσπα και ήδη απομακρυνόμασταν! Καταφέραμε και φτάσαμε σώοι στον προορισμό μας, αφού γλιτώσαμε από έναν ταξιτζή που απ' το αντίθετο ρεύμα, βγήκε για προσπέραση ακριβώς μπροστά μας! Το δημοτικό κάμπινγκ ήταν ένας χώρος δίπλα στον σταθμό του Tren del Fin del Mundo - του τρένου του τέλους του κόσμου, λίγο έξω απ' την πόλη. Όμορφο μέρος μ' ένα ρυάκι να το διασχίζει και μπόλικο πράσινο. Ωστόσο, οι εγκαταστάσεις των μπάνιων ήταν τουλάχιστον απαράδεκτες, οπότε έπρεπε να περιμένουμε να πέσει το σκοτάδι και να κρυφτούμε πίσω από τίποτα θάμνους. Σ' ένα μέρος που το σκοτάδι πέφτει μετά τις 23:00, τα πράγματα ήταν δύσκολα!
Η επόμενη μέρα μας βρήκε μ' ένα ερώτημα: να πάμε ως το τέλος της Ruta 3, μόλις 14 χιλιόμετρα από εκεί που ήμασταν, στην Bahia Lapataia; Η άκρη της Ruta 3 είναι ακόμη ένα συμβολικό μέρος όπου φυσικά, υπάρχει άλλη μια διάσημη πινακίδα και βρίσκεται εντός των ορίων του Εθνικού Δρυμού της Γης του Πυρός (Parque Nacional Tierra del Fuego). Η είσοδος στον εθνικό δρυμό κόστιζε περίπου 12€ ανά άτομο κι εμείς δεν είχαμε σκοπό να διανυκτερεύσουμε εκεί, παρά μόνο να κάνουμε τη βόλτα μας. Αξιολογήσαμε πως τα 25€ για την είσοδο ήταν ένα έξοδο που δε θέλαμε να κάνουμε, οπότε μεταβολή και πίσω για Rio Grande. Κάπου, κάποιος μας είχε πει πως πολλοί αποκαλούν την Ushuaia κοροϊδευτικά “Culo del Mundo” - “ο κ*λος του κόσμου”, παραφράζοντας το “Fin del Mundo” - “άκρη του κόσμου”. Μ' αυτή τη σκέψη στο μυαλό, φύγαμε χωρίς να κοιτάξουμε πίσω.
Επιτέλους, μπαίνουμε στην Ushuaia
Στην Ushuaia παραδίδονται μαθήματα εφευρετικότητας!
Σ'ΑΡΕΣΕΙ Η ΒΟΛΤΑ;
Αγόρασε κάτι απ' τα ψιψιψόνια μας και δώσε μας μερικά παραπάνω χιλιόμετρα!
Τα 210 χιλιόμετρα ως το Rio Grande έφυγαν πολύ γρήγορα και σύντομα βρισκόμασταν στα παλιά λημέρια. Το μοτίβο επαναλήφθηκε: φτάσαμε έξω απ' το σούπερ-μάρκετ το απογευματάκι, έμεινα δίπλα στη βέσπα να περιμένω τον Στέργιο, εκείνος πήγε για ψώνια και σε λίγο εμφανίστηκε η Γκρασιέλα. Αυτή τη φορά όμως, την είδα εγώ πρώτη. Αγκαλιαστήκαμε και το πρώτο πράγμα που μου είπε είναι πως μας περίμενε! Με την Γκρασιέλα μείναμε περίπου μια βδομάδα και μάθαμε τόσα πολλά για τη ζωή στη Γη του Πυρός, που δε θα μπορούσαμε να είχαμε μάθει αν δε μιλούσαμε με κάποιον που νοιάζεται και παλεύει για τον τόπο του. Το Μπλε Σπίτι βρισκόταν σ' εκείνη την πλευρά της πόλης απ' όπου κανείς δεν έχει λόγο να περάσει, παρά μόνο αν έχει την “ατυχία” να ζει εκεί. Λίγα στενά πιο πίσω ξεκινούν οι εργατικές συνοικίες που ιδρύθηκαν από εσωτερικούς μετανάστες που ήρθαν στο Rio Grande αμέσως μετά την κρίση της Αργεντινής, το 2001. Απ' το 2006 και μετά άρχισαν να εντάσσονται στο σχέδιο της πόλης, όμως ακόμη ως σήμερα, σε πολλές απ' αυτές τις γειτονιές δεν υπάρχουν βασικές υποδομές. Οι κάτοικοι μαζεύουν νερό σε δεξαμενές, δεν έχουν αποχέτευση και σε κάποιες περιπτώσεις ούτε ηλεκτρισμό και μεγάλο μέρος του οικισμού είναι χτισμένο πάνω σε παλιές χωματερές. Αυτό σημαίνει πως το υπέδαφος είναι άκρως ανθυγιεινό, αφού 1 μέτρο κάτω απ' τα πόδια των κατοίκων υπάρχουν θαμμένα σκουπίδια. Το ίδιο μας εξήγησε πως συμβαίνει και στην Ushuaia, όπου στα δάση περιμετρικά της πόλης ζουν άνθρωποι σε άθλιες συνθήκες που δεν είναι ούτε καν καταμετρημένοι στον πληθυσμό της πόλης. Η Γκρασιέλα, τα τελευταία χρόνια δούλευε γι' αυτούς τους ανθρώπους μέσω της νομαρχίας, καταγράφοντας τον ακριβή πληθυσμό και τις ανάγκες του. Όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητό της για να μας δείξει την εικόνα της Αργεντινής που κανένα τουριστικό έντυπο δε δείχνει, συνειδητοποιήσαμε πόσο αγαπητή ήταν. Όλοι την χαιρετούσαν, όλοι την ήξεραν με το μικρό της.
Τα χρήματα που πληρώναμε στο μικρό κάμπινγκ, δεν ήταν τίποτα μπροστά σ' αυτό που παίρναμε πίσω απ' την Γκρασιέλα. Μια γυναίκα μαχητική, που ό,τι κι αν της είχε συμβεί, κατάφερνε να το αντιμετωπίζει χαμογελώντας. Ο παγωμένος άνεμος που σπάνια κοπάζει στο Rio Grande, η μαγευτική θέα στο ποτάμι που τη μια σχεδόν πλημμυρίζει και την επομένη τα νερά αποτραβιούνται και οι άνθρωποι περπατούν μέσα στην κοίτη του, το παλιό κτήριο του C.A.P. - του πρώτου σταθμού εξαγωγής προϊόντων της περιοχής, σημάδι της ευημερίας κατά τον 20ο αιώνα, που σήμερα σκουριάζει...Όλα συνέθεταν ένα περιβάλλον που μας είχε μαγνητίσει και δε θέλαμε να φύγουμε. Απ' το Μπλε Σπίτι περνούσαν ταξιδιώτες που εκπλήσσονταν ευχάριστα με τη ζεστασιά του κι εμείς, μόνιμοι πια, ήμασταν κάπου εκεί γύρω είτε μαγειρεύοντας κάποια ελληνική συνταγή, είτε μιλώντας με τη Γκρασιέλα για τα πάντα. Πριν φύγουμε, κάναμε κι ένα παραδοσιακό Αργεντίνικο “asado” - ψήσαμε στα κάρβουνα δηλαδή. Αυτή τη φορά όμως, φάγαμε το περίφημο “cordero fueguino” - αρνί απ' τη Γη του Πυρός, που η κτηνοτροφία του αποτελεί βασικό πυλώνα της οικονομίας της περιοχής.
Η αναχώρησή μας απ' τη Γη του Πυρός ήταν μια μελαγχολική διαδικασία. Αποχαιρετώντας την Γκρασιέλα, τα μάτια μου είχαν γεμίσει δάκρυα. Όσο βρισκόμασταν στο Μπλε Σπίτι, πήραμε καθοριστικές αποφάσεις για τη συνέχεια του ταξιδιού μας. Αποφάσεις που όσο κι αν προσπαθήσαμε να πείσουμε τους εαυτούς μας πως ήταν οι σωστές, δεν τα καταφέραμε. Είχαμε πια στα χέρια μας αεροπορικά εισιτήρια για Ελλάδα...
Στο “Μπλε Σπίτι της Γκρασιέλας” στο Rio Grande, κοιμηθήκαμε στη “σουίτα-τίπι”
Πόσο, μα πόσο όμορφα μπορεί να ξεκινήσει η μέρα;! (Casa Azul de Graciela, Rio Grande)
Το CAP (Corporación Argentina de Productores), αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της πόλης Rio Grande
Συνεχίζεται...