Rohayhu Παραγουάη! (Παραγουάη, σ’ αγαπώ!)

worldvespaΤαξίδιΣχολίασε

rohayhu_paraguay_featured

Η Παραγουάη είναι μια χώρα που παραμένει ανέγγιχτη από τον μαζικό τουρισμό, μια χώρα που αξίζει τον χρόνο κάθε ταξιδιώτη που προσέχει τις λεπτομέρειες, μια χώρα που θα μας μείνει αξέχαστη!

Ούτε εμείς δεν το πιστεύαμε όταν αφήναμε πίσω μας την Παραγουάη, πως είχαν περάσει 5 μήνες από τη μέρα που περάσαμε τα σύνορα με τη Βραζιλία και μπήκαμε στην πόλη Pedro Juan Caballero, στα βόρεια της χώρας. Από το κατακαλόκαιρο και την αβάσταχτη ζέστη που μας υποδέχτηκε τον Φεβρουάριο, στον – όχι και τόσο βαρύ – χειμώνα του Ιουλίου, με τις ευχάριστες για τα δεδομένα μας θερμοκρασίες και τις μεγάλες νύχτες, κι από τα τροπικά δάση, τους καταρράκτες και το κόκκινο χώμα, στην γκρίζα σκόνη, τον ξηρό άνεμο και τ' αγκαθωτά δέντρα του Τσάκο. Τι χώρα κι αυτή! Και να φανταστείς, οι περισσότεροι ταξιδιώτες στη Νότια Αμερική την προσπερνούν. Δεν έχει, βλέπεις, διάσημα μνημεία και οι άνθρωποί της δεν είναι ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές. Όσοι την επισκέπτονται, συνήθως κάνουν ένα γρήγορο πέρασμα από τους καταρράκτες του Ιγουαζού στα ανατολικά ως την πρωτεύουσα Ασουνσιόν και στρίβουν γρήγορα το τιμόνι για να μπουν πάλι στην Αργεντινή ή τη Βραζιλία. Αυτό το “λάθος” κάναμε κι εμείς το 2015, όταν πρωτοήρθαμε στην Παραγουάη, αλλά είπαμε να μην το επαναλάβουμε αυτή τη φορά, τέσσερα χρόνια αργότερα.

Μια τυχαία γνωριμία έπαιξε τον ρόλο της κι αυτή στην απόφασή μας να κινηθούμε πιο αργά και να καλύψουμε περισσότερα χιλιόμετρα στην Παραγουάη ώστε να τη γνωρίσουμε καλύτερα. Στο εθνικό πάρκο Cerro Cora, όπου κατασκηνώσαμε για μερικές μερούλες, συναντήσαμε ένα ζευγάρι Γάλλων που με μια ντόπια μοτοσυκλέτα αλώνιζαν πέρα-δώθε τη χώρα για τέσσερεις μήνες, χωρίς να έχουν ούτε για μια στιγμή βαρεθεί την απλή, χαλαρή ζωή της. Ήταν όμως στη μικρή πόλη Yby Yau, που περάσαμε περισσότερο χρόνο με τους Γάλλους πίνοντας μπύρες και μιλώντας για τη ζωή και τα ταξίδια, που η ιδέα για το “αργό” ταξίδι έκατσε καλά στα μυαλά μας κι άρχισε να παίρνει μορφή. Δε θ' ακολουθούσαμε μία διαδρομή με συγκεκριμένο προσανατολισμό και προορισμό, αλλά θα φτιάχναμε διαδρομές ανάλογα μ' αυτά που θα μας πρότειναν οι ντόπιοι ή το ένστικτό μας. Κάπως έτσι λοιπόν, άρχισε το ταξίδι στην Παραγουάη. Χωρίς πλάνα και χρονοδιαγράμματα!

Όπως αποδείχτηκε στην πορεία, αυτή η αλλαγή ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόμασταν και η Παραγουάη μας αντάμειψε με τον καλύτερο τρόπο για τον χρόνο που περάσαμε γυρνώντας την απ' άκρη σ' άκρη. Δεν είναι εύκολο, αλλά θα προσπαθήσω να περιγράψω όσο καλύτερα μπορώ όλα αυτά που αγαπήσαμε σ' αυτή τη χώρα. Α, αντικειμενική δε θα είμαι, το ξεκαθαρίζω: η ζωή, οι εμπειρίες και το δέσιμό μας με τους τόπους και τους ανθρώπους δεν έχει τίποτα το αντικειμενικό!

Η Παραγουάη δεν είναι και καμιά τεράστια χώρα. Στο έδαφός της ζουν περίπου 7.000.000 άνθρωποι κι αν τη συγκρίνουμε με την Ελλάδα, είναι μόνο 3 φορές μεγαλύτερή της. Για να γίνει πιο σαφές το πόσο μεγάλες είναι οι χώρες της Νότιας Αμερικής – δε θα τολμήσω καν να μιλήσω για τη Βραζιλία – θα χρησιμοποιήσω το παράδειγμα της Αργεντινής, που είναι 21 φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα και του Περού, που είναι 10 φορές μεγαλύτερο από τη μικρή μας χώρα. Ο πληθυσμός της Παραγουάης, αν την κόψουμε στα δύο και βάλουμε φυσικό σύνορο μεταξύ δύσης κι ανατολής τον ομώνυμο ποταμό, έχει μαζευτεί κυρίως στα ανατολικά, ενώ από τη δυτική όχθη και πέρα, προς τη Βολιβία, εκτείνεται το Τσάκο, μια από τις πιο αραιοκατοικημένες περιοχές, όπου ζει λιγότερο από το 2% του συνολικού πληθυσμού. Να πω για τον καιρό; Θα πω δυο βασικά πράματα: κόλαση το καλοκαίρι (για εμάς που δεν είμαστε συνηθισμένοι να σιγοβράζουμε στους 40 και στους 50 βαθμούς – οκ, δεν είναι παντού έτσι, αλλά το 40άρι το έχει για πλάκα) και χαλαρή κι ευχάριστη θερμοκρασία τον χειμώνα, που ουσιαστικά μια-δυο βδομάδες θα χρειαστεί ένα καλό πάπλωμα (επαναλαμβάνω: για εμάς μόνο, οι ντόπιοι είναι λίγο πιο ευαίσθητοι στο κρύο). Α, έχει και εποχή βροχών. Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω καταλάβει πότε μέσα στον χρόνο ξεκινάει και πότε σταματάει αυτή η εποχή κι απ' ό,τι διάβαζα, μάλλον ούτε και η ίδια η εποχή των βροχών ξέρει ακριβώς πότε πέφτει.

Η Παραγουάη είναι όμορφη.
Η ομορφιά της όμως, δε στηρίζεται σ' εκείνα τα μαγευτικά τοπία που σου κόβουν την ανάσα, αλλά στη γοητεία που ασκεί η προσιτή και ταπεινή ομορφιά της γης και του νερού.

Όσο για την ιστορία της χώρας, κλασικά πράγματα: την «ανακάλυψαν» οι Ισπανοί, ήρθαν με ενθουσιασμό κι έφτιαξαν την αποικία τους, αποδεκάτισαν τους αυτόχθονες κατοίκους στην προσπάθειά τους να τους «εκπολιτίσουν», ίδρυσαν πόλεις, καταπίεση, επανάσταση, ανεξαρτησία, μετά πόλεμοι με τις γύρω χώρες, μπέρδεμα πάλι, κι άλλος πόλεμος, δικτατορία, επανάσταση, δημοκρατία κτλκτλ... Δε θα κάνω μάθημα ιστορίας εδώ όμως, έχει μπόλικες πληροφορίες το ίντερνετ γι' αυτά. Α, η γλώσσα στην Παραγουάη είναι βέβαια η ισπανική αλλά ποιο είναι το ωραίο; Ότι κατάφεραν και, σε αντίθεση με τις γύρω χώρες που οι τοπικές γλώσσες κινδυνεύουν με αφανισμό, εδώ κράτησαν ζωντανή (ολοζώντανη) και τη γλώσσα γουαρανί που μιλιόταν στην περιοχή από αρχαιοτάτων χρόνων. Τα γουαρανί διδάσκονται στα σχολεία κανονικότατα και μάλιστα στο εσωτερικό της χώρας είναι η πρώτη επιλογή στην καθημερινότητα των κατοίκων. Αυτά τα γενικά. Πάμε τώρα σε αυτά που είδαμε (κι αγαπήσαμε) εμείς στο ταξίδι μας στην Παραγουάη...

Απ' τα πράσινα τοπία του Βορρά, ως τα επίσης πράσινα τοπία του Νότου κι απ' τα πράσινα τοπία της Ανατολής ως τα (μαντέψτε τι χρώμα) τοπία της Δύσης – εδώ μάλλον την πατήσατε: από ένα σημείο και μετά, το Τσάκο μετατρέπεται σε μια γκριζωπή, άνυδρη έκταση που θυμίζει αφρικανική σαβάνα – η φύση της Παραγουάης είναι όμορφη. Ναι, έτσι απλά, όμορφη. Η ομορφιά της όμως, δε στηρίζεται σ' εκείνα τα μαγευτικά τοπία που σου κόβουν την ανάσα, αλλά στη γοητεία που ασκεί η προσιτή και ταπεινή ομορφιά της γης και του νερού, που κυλά σχεδόν παντού στη χώρα. Δάση πυκνά με βλάστηση τροπική, με κλιματσίδες να κρέμονται από θεόρατα δέντρα, δάση από φοίνικες που θυμίζουν τοπία μαροκινά, δάση όπου το έντονο πράσινο κάνει φοβερή αντίθεση με το κόκκινο της γης. Και λίγο πιο κει, στην καρδιά του Μεγάλου Τσάκο, εμφανίζονται οι ακακίες, τα palo borracho, που είναι ξαδερφάκια των αφρικανικών μπαομπάμπ και η γη γίνεται γκρίζα κι αν φυσήξει, σε πνίγει η σκόνη. Και πάλι πίσω, στους καταρράκτες και τα εύφορα βοσκοτόπια, στις ρεματιές και τα ποταμάκια όπου μπορείς να ρίξεις μια βουτιά να δροσιστείς από την καλοκαιρινή κάψα. Πάλι πίσω στα μεγάλα ποτάμια, τον Παραγουάη και τον Παρανά, που μερικές φορές τον χρόνο πλημμυρίζουν κι αλλάζουν το τοπίο, κάνοντάς το να μοιάζει σουρεαλιστικό καθώς τα άλογα και τα γελάδια κολυμπούν και ταυτόχρονα βόσκουν στα λιβάδια.

Στήριξε το ταξίδι μας

Έστω κι 1€ μπορεί να μας κρατήσει στο δρόμο για παραπάνω καιρό και να μας βοηθήσει να μοιραστούμε περισσότερες ιστορίες!

Κάνε μια μικρή συνεισφορά

Αν σου αρέσουν οι ιστορίες μας, οι φωτογραφίες και τα βίντεό μας, μπορείς να μας βοηθήσεις να συνεχίσουμε.

ΜΠΕΣ ΣΤΟ WORLDVESPA CREW!

rohayhu paraguay chaco sunset

Η Παραγουάη νιώθεις ότι σου χαμογελά σε κάθε στροφή του δρόμου. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα σπίτια του κάμπου είναι απλές ξύλινες κατασκευές, χρωματισμένα σε έντονες γαλάζιες, πράσινες, ροζ, πορτοκαλιές κι ό,τι άλλο βάλει ο νους σου αποχρώσεις. Συρματοπλέγματα πολλά δεν έχει. Μόνο όπου βρίσκονται οι κτηνοτροφικές φάρμες που ανήκουν σε μεγάλες εταιρείες θα δεις συρματοπλέγματα, αλλιώς, στα χωριά πρέπει να προσέχεις μη σου κλείσουν τον δρόμο τα γελάδια, τα γουρούνια και τα κατσίκια των ντόπιων. Α, και μη σου πεταχτεί καμία κότα που κάνει τον κομάντο την ώρα που περνάς ανυποψίαστος πάνω στο βεσπάκι σου! Μετά, φτάνεις στην πρωτεύουσα και παίρνεις την παραλιακή, δίπλα στο ποτάμι και μπαίνεις στο ιστορικό κέντρο. Και μπερδεύεσαι τελείως. Κίνηση θα βρεις μόνο στις ώρες αιχμής τις καθημερινές. Τις υπόλοιπες ώρες και μέρες δεν καταλαβαίνεις πως είσαι σε πρωτεύουσα χώρας. Η ζωή δεν τρέχει με τους φρενήρεις ρυθμούς που ίσως έχεις μάθει τόσα χρόνια. Μικροπωλητές, πάγκους, μαγαζιά, πλατείες, εμπορικά κέντρα, μπαρ, εστιατόρια, σουπερμάρκετ, μεγάλες εταιρείες με τα γραφεία τους, όλα τα έχει η Ασουνσιόν, αλλά με κάποιο τρόπο καταφέρνει και διατηρεί μια ανθρώπινη πλευρά.

Άνθρωποι. Καθώς ξεκίνησα να γράφω για την Παραγουάη, πέτυχα ψάχνοντας στο ίντερνετ μια έρευνα που έφερνε τους Παραγουανούς στην πρώτη θέση ευτυχίας παγκοσμίως. Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό ακριβώς, γιατί σίγουρα είναι πολλοί οι παράγοντες και οι λεπτομέρειες που μπορούμε ν' αρχίσουμε ν' αναλύουμε, όμως αυτό που ξέρω είναι πως από την πρώτη στιγμή στην Παραγουάη, νιώσαμε ωραία. Κι εξηγούμαι: οι άνθρωποι χαμογελούν! Ακούγεται μελιστάλαχτο και απλουστευτικά ρομαντικό και γι' αυτό θα προσπαθήσω να το κάνω πιο σαφές. Οι άνθρωποι έχουν την τάση να είναι ευγενικοί και χαμογελαστοί στις καθημερινές τους επαφές με άλλους ανθρώπους. Προφανώς και υπάρχουν κακοί, διπρόσωποι, εκμεταλλευτές, διεφθαρμένοι, κτλκτλ – δε με πυροβόλησαν με ροζ γκλίτερ, εξακολουθώ να καταλαβαίνω πως ο κόσμος έχει απ' όλα – αλλά, η γενική εικόνα που εισπράττεις στην Παραγουάη είναι αυτή μιας χαλαρότητας, μιας αμεσότητας που σε κάνει να νιώθεις άνετα να κυκλοφορείς ανάμεσα στους ντόπιους και ν' ανοίγεσαι στο να τους γνωρίσεις καλύτερα.

Καθώς ξεκίνησα να γράφω για την Παραγουάη, πέτυχα ψάχνοντας στο ίντερνετ μια έρευνα που έφερνε τους Παραγουανούς στην πρώτη θέση ευτυχίας παγκοσμίως.

Α, και βέβαια αν νομίζεις πως οι Παραγουανοί είναι τίποτα εξωτικοί καλλονοί και καλλονές, αγνοί, αυθεντικοί, αγαθοί άγριοι και δεν ξέρω τι άλλο συνηθίζουν να λένε τα ταξιδιωτικά άρθρα σ' αυτές τις περιπτώσεις, τότε κάνεις λάθος. Οι Παραγουανοί είναι άνθρωποι, είναι αυτοί που είναι. Τελεία. Πάμε πάλι να εξηγηθώ: δε χρειάζεται να ψάχνουμε όλα εκείνα τα ελκυστικά στο δυτικό μάτι χαρακτηριστικά για να κρίνουμε αν κάτι είναι ενδιαφέρον ή όχι. Συγκεκριμένα, με αυτή τη λογική μόνο χαμένοι μπορούμε να βγούμε. Θα μείνουμε στην επιφάνεια κοιτώντας από απόσταση ήθη κι έθιμα και στο τέλος θα είναι σαν να έχουμε επισκεφτεί ένα καλοστημένο μουσείο κι όχι μια χώρα που ζει, εξελίσσεται, αλλάζει. Ναι, είδαμε κάτι ιθαγενείς (Aché) να περπατούν κοντά στα σύνορα ενός Εθνικού Πάρκου (Mbaracayú) που επισκεφτήκαμε και – ω, τι έκπληξη! – φορούσαν φόρμες, αθλητικά παπούτσια και ταυτόχρονα κρατούσαν τα τόξα τους γιατί είχαν βγει για κυνήγι! Γιατί είναι δικαίωμά τους να κρατούν και να πετούν ό,τι θέλουν από κάθε κομμάτι παραδοσιακής ζωής ή παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας. (Oι συγκεκριμένοι έχουν παρακαλέσει τους φύλακες του Εθνικού Πάρκου στις παρυφές του οποίου ζουν να μην επιτρέπουν στους επισκέπτες να πηγαίνουν στο χωριό τους, βαριούνται βλέπεις να προσποιούνται τους “άγριους”)

Μην ξεχάσω και το άλλο: κι εκεί που νομίζεις ότι την έμαθες την Παραγουάη, ξαφνικά, στη μέση του Τσάκο να σου και μερικοί Μενονίτες – κατάλευκοι, αμερικανικής, γερμανικής, ρώσικης καταγωγής κάτοικοι που ζουν απομονωμένοι σε κοινότητες – και μπαίνεις σε μια πόλη όπου δεν μπορείς να διαβάσεις τις περισσότερες πινακίδες γιατί είναι στα γερμανικά. Θυμώνεις που οι ιθαγενείς είναι αυτοί που ζουν κάτω απ' το όριο της φτώχειας σε μια γη που ανέκαθεν πατούσαν. Θυμώνεις που οι Μενονίτες ζουν σε ολόκλειστες κοινότητες χωρίς να θέλουν να έχουν πάρε-δώσε με τους Παραγουανούς και που αυτοί και οι Γερμανοί κάτοικοι, που ήρθαν μετά τη λήξη του ΒΠΠ, έχουν τον περισσότερο πλούτο. Θυμώνεις που διαβάζεις για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Θυμώνεις επίσης, που οι κυβερνήσεις είναι διεφθαρμένες σε βαθμό που η χώρα μοιάζει να ζει “στον αυτόματο” χωρίς κανείς να κάνει κάτι ουσιαστικό. Χαίρεσαι όμως που μέσα σ' όλα αυτά, οι άνθρωποι που ζουν στην Παραγουάη δεν έχουν ξεχάσει την έννοια της κοινότητας, της πραγματικής κοινότητας. Και βγαίνεις με το βεσπάκι μια βόλτα και δεν προλαβαίνεις να σταθείς ούτε μια στιγμή χωρίς να σε χαιρετούν, να σου πιάνουν κουβέντα, να σε προσκαλούν στα σπίτια τους, να νοιάζονται για 'σένα.

Και τώρα που είπα αυτό με τις προσκλήσεις, να μην ξεχάσω να πλέξω και το εγκώμιο στην κουζίνα της Παραγουάης, αφού οι περισσότεροι μας καλούσαν για φαγητό! Από πού ν' αρχίσω; Απ' την κουλτούρα του τερερέ, του παγωμένου ροφήματος (μάτε) για το οποίο είναι όλοι περήφανοι και το καταναλώνουν αντί για σκέτο νερό. Α, και τον χειμώνα πίνουν κοσίδο, ένα μάτε ζεστό, φτιαγμένο από βοτάνια που τα καίνε μαζί με ζάχαρη πετώντας ένα κάρβουνο στην κατσαρόλα. Το υπέρτατο σνακ: η τσίπα – ψωμάκι από καλαμποκάλευρο και αλεύρι μαντιόκας, ζυμωμένο με ντόπιο τυρί και ψημένο στον φούρνο. Α! Το αγαπημένο μπεγιού, μια διαβολεμένα νόστιμη κρέπα από αλεύρι μαντιόκας και τυρί. Να τολμήσω να παραλείψω τα εμπανάδας; Τα τηγανιτά ή ψητά πιτάκια γεμισμένα με κιμά μοσχαρίσιο ή κοτόπουλο. Αλλά αυτό που θα είναι έγκλημα να ξεχάσω, είναι το ασάδο, το μπάρμπεκιου βρε παιδί μου, που είναι ιεροτελεστία ολόκληρη και νοστιμότερο κρέας στα κάρβουνα δεν έχεις ξαναφάει ποτέ!

Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μια μέρα θα σας γράψω με λεπτομέρεια για όλα εκείνα τα απίστευτα φαγητά που φάγαμε. Θα σας γράψω και για το πώς περάσαμε στις εκδρομές που κάναμε με τον φίλο μας τον Μαρσέλο και το παλιό του Λαντ Ρόβερ, ακούγοντας τζαζ και ρέγγε στη διαπασών. Θα σας γράψω και για τότε που βούταγε ο Κίτσος μέσα στις λάσπες. Θα σας γράψω για τους ψαράδες που μας φιλοξένησαν στο σπίτι τους, για τη Σενιόρα Μπέτι που μας ζύμωνε καθημερινά ψωμί, για τους μεθυσμένους χωρικούς που δε μας άφηναν να φύγουμε αν δεν τρώγαμε πρώτα το καλύτερο κομμάτι απ' το χοιρινό που είχαν ρίξει στα κάρβουνα, για την Αναλία που τη γνωρίσαμε το 2015 κι από τότε είμαστε φίλοι και παραλίγο να μπήξουμε τα κλάματα όταν συναντηθήκαμε ξανά. Θα σας γράψω για τις Κυριακές που όλοι μεθάνε πίνοντας φτηνές μπύρες στους κεντρικούς δρόμους των χωριών, ακούγοντας εκνευριστικά δυνατά μουσική απ' τα ηχεία που κουβαλάνε στα πορτμπαγκάζ των αυτοκινήτων τους. Θα σας γράψω και για τους μύθους των Γουαρανί που μιλούν για τον κόσμο, για το καλό και το κακό και για τον Pombero, το πνεύμα της νύχτας που εξευμενίζεται αν αφήσεις λίγη κάνια (οινοπνευματώδες ποτό από ζαχαροκάλαμο) κι ένα τσιγάρο έξω στην αυλή, δίπλα απ' τον τατακουά (τον ξυλόφουρνο)...

Θα σας γράψω κι άλλα, αλλά ίσως πριν τα δείτε γραμμένα από 'μένα, να σας διηγηθεί μερικά ο Στέργιος στα βίντεο που ετοιμάζει!

Συνεχίζεται...

Σ'ΑΡΕΣΕΙ Η ΒΟΛΤΑ;

Αγόρασε κάτι απ' τα ψιψιψόνια μας και δώσε μας μερικά παραπάνω χιλιόμετρα!


Next PostPrevious Post

Διάβασε το βιβλίο μας

About us

worldvespa

Facebook Twitter

Είμαστε ο Στέργιος και η Αλεξάνδρα και γυρίζουμε τον κόσμο με τη βέσπα μας. 6 χρόνια τώρα ταξιδεύουμε στην Αφρική & τη Νότια Αμερική και συνεχίζουμε. Διάβασε το βιβλίο μας: "Ρύζι και Χώμα: Ένα ταξίδι με βέσπα στην Αφρική"

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *