Αυτή τη φορά στην Αργεντινή, το πλάνο ήταν να ταξιδέψουμε ακολουθώντας τους μεγάλους ποταμούς της, όμως μόλις ακούσαμε για το Εθνικό Πάρκο Iberá και για τη μοναδική ομορφιά του, αποφασίσαμε να κάνουμε μια παράκαμψη και να το επισκεφτούμε...
Οι διαδικασίες για να περάσουμε τα σύνορα από την Παραγουάη στην Αργεντινή (J. Falcón – Clorinda) ήταν εύκολες και γρήγορες: διαβατήρια, σφραγίδες, τελωνεία για τον Κίτσο και φύγαμε. Θέλαμε να πάμε στο Μπουένος Άιρες, αλλά πρώτα θα περνούσαμε μια βόλτα από την Ουρουγουάη, που την άλλη φορά είχαμε αδικήσει. Σιγά-σιγά και χωρίς βιασύνες θα συνεχίζαμε, με στάσεις ωστόσο, αν βρίσκαμε κάτι που να μας αρέσει πολύ στον δρόμο.
Το πρώτο βράδυ μας στην Αργεντινή το περάσαμε στο Εθνικό Πάρκο Pilcomayo (δωρεάν κάμπινγκ – γιούπι!), ελπίζοντας να δούμε έστω ένα τόσο δα κροκοδειλάκι (γιακαρέ τα λένε εδώ και είναι ένα είδος καϊμάν), αλλά δεν μας έκαναν τη χάρη. Χωρίς να χάσουμε τις ελπίδες μας, συνεχίσαμε στην ΕΟ11, παράλληλα με τον ποταμό Παραγουάη προς τα νότια, με κατεύθυνση τη Φορμόσα. Δεν χρειάστηκε και πολύ για να θυμηθούμε τον λόγο για τον οποίο ήδη από την προηγούμενη φορά στην Αργεντινή καλύπταμε τόσα χιλιόμετρα κάθε μέρα: η χώρα είναι τεράστια! Και όχι μόνο αυτό, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, απ' τη μια πόλη ως την άλλη δεν υπάρχει απολύτως τίποτα.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Επόμενος προορισμός, το Εθνικό Πάρκο Iberá. Αυτή τη φορά είχαμε αποφασίσει να το ψάχνουμε λίγο παραπάνω το θέμα και να σταματάμε σε μέρη που μπορεί να έχουν κάτι ενδιαφέρον. Έτσι λοιπόν – και σε συνδυασμό με το ότι είχαμε διαβάσει πως σε κάποια τμήματα του Πάρκου επιτρέπεται η δωρεάν κατασκήνωση – αφήσαμε την ΕΟ12 και στρίψαμε προς τον χωματόδρομο που οδηγούσε εκεί. Ή μάλλον, για να είμαι πιο σαφής, πρώτα περάσαμε ένα βράδυ στο Ituzaingó, μια μικρή πόλη στην όχθη του ποταμού Παρανά. Ήταν περασμένη η ώρα και θέλαμε να είμαστε στο Πάρκο νωρίς, κι αφού με την τόση βροχή δεν μπορέσαμε να κατασκηνώσουμε στην αυλή κάποιου βενζινάδικου (όπως είναι σύνηθες στην Αργεντινή), οδηγήσαμε ως το δημοτικό κάμπινγκ. Καθόλου κακή ιδέα, αφού μας επέτρεψαν να στήσουμε τη σκηνή μέσα στην κεντρική αίθουσα...
Φρέσκοι-φρέσκοι και στεγνοί, φύγαμε από το Ituzaingó το επόμενο πρωί και πριν μπούμε στο Πάρκο, σταματήσαμε στο σπιτάκι του φύλακα να πάρουμε καμιά πληροφορία. Όχι μόνο πήραμε πληροφορίες (μαζί μ' ένα ζεστό μάτε και σαντουιτσάκια κερασμένα), αλλά ο Νταβίντ - ο φύλακας - και η γυναίκα του, η Γκρισέλντα, προθυμοποιήθηκαν να φορτώσουν τις αποσκευές μας στο φορτηγάκι τους και να μας πάνε ως την είσοδο του Πάρκου, ώστε ο Κίτσος να μπορεί να κινηθεί ελεύθερος στον χωματόδρομο των 30 χιλιομέτρων.
Στήριξε το ταξίδι μας
Έστω κι 1€ μπορεί να μας κρατήσει στο δρόμο για παραπάνω καιρό και να μας βοηθήσει να μοιραστούμε περισσότερες ιστορίες!
Κάνε μια μικρή συνεισφορά
Αν σου αρέσουν οι ιστορίες μας, οι φωτογραφίες και τα βίντεό μας, μπορείς να μας βοηθήσεις να συνεχίσουμε.
ΜΠΕΣ ΣΤΟ WORLDVESPA CREW!Το Εθνικό Πάρκο ιδρύθηκε επίσημα το 2018 και αποτελεί μέρος της ευρύτερης έκτασης του τεράστιου υγρότοπου Iberá. Μαζί με το Περιφερειακό Πάρκο, που λειτουργεί από το 1983, καλύπτουν μια έκταση 7 εκατομμυρίων στρεμμάτων(!) που ανήκει στην Περιφέρεια (Επαρχία) Corrientes. Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους υγρότοπους της Νότιας Αμερικής, με 4000 είδη πανίδας και χλωρίδας στους βαλτότοπους, στα λιβάδια και τα δάση του. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά το επιστημονικό προσωπικό του Πάρκου δουλεύει σ' ένα πρότζεκτ για την επανένταξη ειδών που είχαν εκλείψει από την περιοχή εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας (κτηνοτροφία, κυνήγι κτλ). Το Πάρκο μπορεί να το προσεγγίσει κανείς από διάφορες σηματοδοτημένες εισόδους και ανάλογα με την περιοχή στην οποία βρίσκεται, υπάρχουν ένα σωρό πράματα να δει και να κάνει. Εμείς μπήκαμε από τη βόρεια είσοδο, που ονομάζεται Cambyretá (περισσότερες πληροφορίες ΕΔΩ) κι αφού ανοίξαμε και κλείσαμε καμιά δεκαριά πύλες, ώστε να διασχίσουμε τα περιφραγμένα, ιδιωτικά βοσκοτόπια που περικυκλώνουν το κυρίως Πάρκο, φτάσαμε.
Ελάφια, καπυμπάρα και καϊμάν αράζουν, χωρίς να δίνουν και πολλή σημασία στους (ελάχιστους) επισκέπτες.
Το μέρος είναι απίστευτο! Είναι μια απόλυτα φυσική έκταση, ανέγγιχτη (όσο γίνεται) από τον άνθρωπο κι αυτό είναι εμφανές από την συμπεριφορά των ζώων: κανένα τους δε δείχνει να φοβάται. Ελάφια, καπυμπάρα και καϊμάν αράζουν, χωρίς να δίνουν και πολλή σημασία στους (ελάχιστους) επισκέπτες. Η ομορφιά και η γαλήνη του τοπίου, μαζί με την αγριάδα που αποπνέει η απόλυτη φυσικότητά του, προκαλούν πρωτόγνωρα συναισθήματα! Αποκοιμηθήκαμε στη σκηνή με τους ήχους της φύσης να ηχούν στ' αυτιά μας κι όταν το ξημέρωμα ανοίξαμε τα μάτια μας, νομίζαμε πως ακόμη βρισκόμασταν μέσα σε όνειρο. Ήμασταν μόνοι (οι λιγοστοί επισκέπτες δεν έμειναν τη νύχτα), περιτριγυρισμένοι από αμέτρητα ζώα και πουλιά! Ο μόνος λόγος που φύγαμε την επόμενη μέρα το απόγευμα είναι πως φοβόμασταν πως με τη βροχή που ερχόταν, θα κολλούσαμε στη λάσπη – μην το ξεχνάμε, οι ροδίτσες του Κίτσου έχουν κάποια όρια...
Δεν πήγαμε και πολύ μακριά, βέβαια. Λίγα μέτρα πριν βγούμε στον κεντρικό δρόμο, σταματήσαμε για να χαιρετίσουμε τον Νταβίντ και την Γκρισέλντα και κάπως έτσι, βρεθήκαμε προσκεκλημένοι τους. Δυο μέρες με κουβεντούλα, αργεντίνικες συνταγές, κρασί και παρέα με τα υπέροχα σκυλάκια του ζευγαριού, ήταν η καλύτερή μας!
Όταν ξαναβγήκαμε στον δρόμο, η βροχή είχε περάσει και το ταξίδι συνεχίστηκε με σκέτο κρύο επάνω στην ΕΟ14, με κατεύθυνση νότια. Αυτή τη φορά όμως, παράλληλα με άλλο ποτάμι: τον Ουρουγουάη. Τη συγκεκριμένη διαδρομή, την ξέραμε. Την είχαμε κάνει ξανά το 2015, με κατεύθυνση βόρεια, οδηγώντας προς τους καταρράκτες του Ιγουαζού. Στο Santo Tomé (γενέτειρα του διάσημου στην Ελλάδα, Χουάν Ραμόν Ρότσα – ή αλλιώς “Γιάννη Μπουμπλή”) μείναμε ένα βράδυ. Μάλιστα, βρήκαμε το δημοτικό κάμπινγκ στην όχθη του ποταμού, όπου είχαμε ξαναμείνει το '15. Το ίδιο έγινε και στο Yapeyú, τον επόμενο σταθμό μας. Μόνο που εκεί δεν αναζητήσαμε το κάμπινγκ, αλλά την Τσάρο και τον Ροσέντο, ένα ζευγάρι μοτοσυκλετιστών που μας είχαν φιλοξενήσει 4 χρόνια πριν και που δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως ήμασταν εμείς, όταν μας είδαν ξανά μπροστά τους! Κρασί, κουβέντα και φαΐ και στο Γιαπεγιού, με τη ζεστή αργεντίνικη φιλοξενία να μας ξαφνιάζει πάντοτε ευχάριστα.
Δυο μέρες ταξίδι είχαμε ακόμη ως τα σύνορα (στην πόλη Concordia). Χωρίς τίποτα ιδιαίτερα ενδιαφέρον στον δρόμο – μόνο μια συνάντηση με κάτι μονόκερους, την καθιερωμένη κουβεντούλα στο μπλόκο της αστυνομίας και λίγο ελεύθερο κάμπινγκ δίπλα στο ποτάμι – επιτέλους, φτάσαμε. Επόμενος προορισμός: Ουρουγουάη!
Συνεχίζεται...
Σ'ΑΡΕΣΕΙ Η ΒΟΛΤΑ;
Αγόρασε κάτι απ' τα ψιψιψόνια μας και δώσε μας μερικά παραπάνω χιλιόμετρα!