Παραγουάη (μέρος Β)

worldvespaΤαξίδιΣχολίασε

 

 Πλέον μπαίναμε στη Ασουνσιόν! Πρώτη μας στάση στην πόλη θα ήταν ο βοτανικός κήπος όπου μπορούσαμε να στήσουμε επισήμως τη σκηνή μας και να μείνουμε. Είχαμε διαβάσει στο ίντερνετ πως δεν πρόκειται για οργανωμένο κάμπινγκ, αλλά αν μη τι άλλο, μερικές βασικές ανέσεις τις προσφέρει! Με τη βοήθεια του GPS, φτάσαμε. Υπέροχος! Δεν ξέρω αν μπορώ να τον συγκρίνω με αντίστοιχους της Ευρώπης (δεν έχω πάει και σε πολλούς, άλλωστε), αλλά ο συγκεκριμένος βοτανικός κήπος μας άρεσε πολύ! Μια τεράστια καταπράσινη έκταση, περιποιημένη και καθαρή, ανοιχτή προς τον κόσμο που μπορεί να έρχεται να περπατά, να αθλείται και να περνά όμορφα την ώρα του. Ψάξαμε για λίγο το κάμπινγκ, ρωτήσαμε κάποιους εργαζόμενους που συναντήσαμε και σε λίγη ώρα το είχαμε βρει. Η διαμονή εκεί είναι δωρεάν και μόνο για την είσοδο του οχήματος στον κήπο πληρώσαμε ένα συμβολικό αντίτιμο (λιγότερο από 1ευρώ για τη βέσπα). Ανάμεικτα συναισθήματα: Από τη μια, το μέρος ήταν πανέμορφο! Στήσαμε τη σκηνή μας κάτω από τεράστια δέντρα και παρόλο που βρισκόμασταν στην καρδιά της πόλης, η ησυχία και τα κελαηδήματα των πουλιών, μας έκαναν να το ξεχνάμε. Από την άλλη πλευρά όμως, το ότι δεν είμαστε μόνοι μας, ήρθε να μας το θυμίσει η κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι τουαλέτες και το γεγονός πως όλοι όσοι είχαμε συναντήσει μέχρι εκείνη την ώρα στον κήπο, μας έλεγαν πως ναι μεν υπάρχει φύλακας, αλλά…

 Στον χώρο του κάμπινγκ δεν ήμαστε μόνοι μας όμως. Όταν φτάσαμε, ένα τεράστιο φορτηγό Volvo, ήταν ήδη παρκαρισμένο εκεί. Φαινόταν ειδικά διαμορφωμένο ώστε να είναι το σπίτι κάποιου που ταξιδεύει, οπότε με περιέργεια περιμέναμε να δούμε τον ιδιοκτήτη του. Σε λίγη ώρα, ένα ζευγάρι Γερμανών, η Ρίτα κι ο Ρούντι, έκαναν την εμφάνισή τους. Είναι και οι δυο τους συνταξιούχοι κι εδώ και κάποια χρόνια ταξιδεύουν με το φορτηγό τους ανά τον κόσμο (www.menrad-international.com). Μιλήσαμε αρκετή ώρα για τις ταξιδιωτικές μας εμπειρίες κι αφού πλέον είχε σουρουπώσει και μερικά εκατομμύρια κουνούπια έδειξαν γι’ ακόμη μια φορά πόσο με προτιμούν, αποσυρθήκαμε στα “σπίτια” μας. Μετά από λίγο, ήρθε κι ο φύλακας του χώρου, ζήτησε τα στοιχεία μας κι αφού μας καθησύχασε πως θα παραμείνει στο καλυβάκι του λίγα μέτρα από εκεί που ήμασταν, μέχρι το πρωί, κοιμηθήκαμε. Το επόμενο πρωί, μετά από κάμποση ώρα σοβαρής συζήτησης για το τί θα κάνουμε με τα πράγματά μας, που επ’ ουδενί δε θέλαμε να αφήσουμε μόνα τους, πήραμε την απόφαση να τα μαζέψουμε και να αναζητήσουμε πιο ασφαλή λύση για το επόμενο βράδυ. Τυχεροί όσοι έχουν οχήματα που μπορούν να κλειδώσουν!

Στήριξε το ταξίδι μας

Έστω κι 1€ μπορεί να μας κρατήσει στο δρόμο για παραπάνω καιρό και να μας βοηθήσει να μοιραστούμε περισσότερες ιστορίες!

Κάνε μια μικρή συνεισφορά

Αν σου αρέσουν οι ιστορίες μας, οι φωτογραφίες και τα βίντεό μας, μπορείς να μας βοηθήσεις να συνεχίσουμε.

ΜΠΕΣ ΣΤΟ WORLDVESPA CREW!

 Κατευθυνθήκαμε προς την καντίνα που βρισκόταν καμιά 50 μέτρα από εκεί. Στην καντίνα, μας περίμενε η καινούρια μας φίλη, η Αναλία, με ένα παραδοσιακό παραγουάνικο πρωινό! Ποια ήταν η Αναλία; Η Αναλία λοιπόν, ήταν η ιδιοκτήτρια της καντίνας που την προηγούμενη μέρα, καθώς περνούσαμε από μπροστά της για να πάμε προς το χώρο του κάμπινγκ, βγήκε τρέχοντας από την καντίνα της και μας υποδέχτηκε ενθουσιασμένη που βλέπει δυο ταξιδιώτες πάνω σε δίτροχο! Η ίδια και ο άντρας της, που είναι γνωστός οδηγός αγώνων εντούρο στην Παραγουάη, έχουν ταξιδέψει με μοτοσυκλέτα και χαίρονται να βλέπουν ταξιδιώτες στη χώρα τους! Ενθουσιαστήκαμε κι εμείς με τη σειρά μας! Μετά από την άσχημη εμπειρία μας με την κάκιστη γυναίκα από το ξενοδοχείο στο Aregua (βλ. Paraguay (part01)), το να γνωρίζουμε έναν τόσο φιλόξενο και χαμογελαστό άνθρωπο, ήταν υπέροχο! Φάγαμε ζεστό “mbeju”, από τα χεράκια της (το “mbeju” είναι κάτι σαν κρέπα που παρασκευάζεται με αλεύρι από μαντιόκα και παραγουάνικο τυρί σε τηγανάκι πασαλειμμένο με βούτυρο) και αρχίσαμε να συζητάμε. Σε λίγη ώρα, χωρίς να το καλο-συνειδητοποιήσουμε, είχαμε ήδη κανονίσει να μας φιλοξενήσει. Δεν πιστεύαμε πώς ένας άνθρωπος που δε μας γνώριζε καθόλου, ήταν τόσο πρόθυμος να μας βοηθήσει!

 Οι ευχάριστες εκπλήξεις όμως, δεν τελείωσαν εκεί! Σε λίγη ώρα, ακούστηκε ο χαρακτηριστικός ήχος του κινητήρα μιας βέσπας. Δυο τύποι καβάλα στις βέσπες τους μας πλησίασαν χαμογελαστοί κι εμείς μείναμε να αναρωτιόμαστε πώς μας ανακάλυψαν! Σύντομα, η απορία μας λύθηκε: την προηγούμενη μέρα, καθώς ψάχναμε μέσα στον κήπο για το μέρος που θα κατασκηνώναμε, διασταυρωθήκαμε με μια βέσπα και τον αναβάτη της και χαιρετηθήκαμε εγκάρδια. Αυτό έφτανε! Ο Μαρσέλο (ο αναβάτης) μας αναζήτησε στο ίντερνετ, μας βρήκε και μαζί με τον φίλο του τον Κάρλος, ήρθαν να μας συναντήσουν! Σε λίγο, στην παρέα μας προστέθηκε κι ο Γκουστάβο, ο πρόεδρος του Vespa Club Paraguay. Και κάπως έτσι ξεκίνησε η ιστορία μας στην Ασουνσιόν! Με εξασφαλισμένη τη διαμονή μας, τουλάχιστον για εκείνη τη μέρα, στο σπίτι της Αναλία και της οικογένειάς της, ξεκινήσαμε με τους τρεις βεσπίστες της Ασουνσιόν για μια βόλτα στην πόλη. Κατευθυνθήκαμε στο κέντρο της Ασουνσιόν, περνώντας από την παραποτάμια avenida Costanera, περιπλανηθήκαμε στους δρόμους του κέντρου και καταλήξαμε στο “El Mercadito”, μια κλειστή αγορά με μικρά εστιατόρια που φτιάχνουν αποκλειστικά ντόπιες συνταγές. Παράδεισος! Το ίδιο βράδυ το ραντεβού είχε κλείσει στο σπίτι της Αναλία, όπου ήρθαν κι άλλα μέλη του Vespa Club και φυσικά δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσουμε – εκτός από το παραδοσιακό “asado” (κρέας στα κάρβουνα) – μερικές ακόμη παραδοσιακές παραγουάνικες συνταγές. Τη “sopa Paraguaya” και την “chipa guazu”, δύο αλμυρά κέικ με υλικά όπως καλαμποκάλευρο, καλαμπόκι, τυρί κτλ, φτιαγμένα από τη μαμά της Αναλία! Είχαμε μείνει έκπληκτοι από τη φιλοξενία των Παραγουανών κι αυτό ήταν μόνο η αρχή!

 Η επόμενη μέρα κύλησε με παρόμοιους ρυθμούς. Το πρωινό μας ήταν παραδοσιακό – αυγά με κομματάκια μαντιόκας και ζεστό mate cocido. Το μεσημέρι με την Αναλία και τον άντρα της τον Κάρλος Χόρχε, πήγαμε μέχρι το λιμανάκι Remanso, όπου αγοράσσαμε “milanesa surubi” (σνίτσελ ποταμίσιου ψαριού) από ένα από τα “βυθιζόμενα” μαγαζάκια της περιοχής. Όταν η στάθμη του ποταμιού ανεβαίνει, πολλά από τα μαγαζάκια στην όχθη χάνονται κάτω απ’ τα νερά του, ενώ άλλα έχουν προνοήσει και μεταφέρονται στον επάνω όροφο. Το βραδάκι, αφού χαιρετήσαμε τη γλυκύτατη μαμά της Αναλία, τα τρία υπέροχα παιδιά της, τα 5 σκυλάκια και το κατοικίδιο γουρουνάκι(!) τους, κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο της Ασουνσιόν όπου μας περίμενε το Vespa Club για την επίσημη υποδοχή! Φαγητό και μπύρα γι’ ακόμη μια φορά! Τώρα η μάζωξη έγινε στο κατάστημα του Ντιοσνέλ, ενός ακόμη μέλους της ομάδας και συλλέκτη βεσπών (και αντικέρ)! Η έκπληξη της βραδιάς, πέρα από τις δεκάδες χαμογελαστών ανθρώπων που μας περίμεναν, ήταν και η μοναδική πίτσα στα κάρβουνα του Ντιοσνέλ…απερίγραπτα νόστιμη! Νόστιμο φαγητό, παγωμένη μπυρίτσα και καλή παρέα γι’ ακόμη μια φορά! Όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, τέτοιες μέρες δε θα αποτελούσαν την εξαίρεση αλλά τον κανόνα στην Ασουνσιόν!

 Για τις επόμενες λίγες μέρες, ο Ντιοσνέλ και η οικογένειά του μας άνοιξαν το σπίτι τους και μας φιλοξένησαν. Είχαμε αποκτήσει ακόμη μερικούς φίλους στην Παραγουάη! Φοβάμαι πως όσο κι αν προσπαθήσω, κάποιο όνομα θα μου διαφύγει…Πόσοι θέλησαν να μας φιλοξενήσουν ο Τέντι μας προσέφερε την εξοχική του κατοικία να μας κεράσουν όλοι!, να μας δείξουν την πόλη τους, να βγούμε για ποτό…προσπαθούσαμε να μην αφήσουμε κανέναν παραπονεμένο, αλλά ήταν δύσκολο! Ήμασταν μόνο δύο και ήταν τόσοι πολλοί! Για λίγο (μόνο για λίγο), αφήσαμε τη διασκέδαση και είπαμε να κάνουμε καμιά δουλίτσα. Ψάχναμε να βρούμε τρόπο να βολέψουμε λίγο καλύτερα τα πράγματά μας πάνω στη σχάρα της βεσπούλας, γιατί σε κάθε χωματόδρομο το φορτίο κατέρρεε! Αμέσως, ο Κάρλος Χόρχε προσφέρθηκε να μας πάει σε ένα φίλο του, τον Χόρχε Αρμάντο, μεταλλουργό στο επάγγελμα, για να μας βοηθήσει. Σε λίγη ώρα, το βεσπάκι είχε φαρδύτερη πίσω σχάρα με πλάτη για να δένονται τα πράγματα, καθώς επίσης κι ενίσχυση στη μπροστά σχάρα! Φυσικά, την πολύ καλή δουλειά του Χόρχε Αρμάντο, τη γιορτάσαμε με αρκετό κρασί και ψητό κρέας, αφού δε θα μας άφηνε να φύγουμε χωρίς να μας κάνει το τραπέζι!

 Σε περίπτωση που βαρεθήκατε να διαβάζετε για φαγητά και μπύρες, μη συνεχίσετε με αυτό το κείμενο…κάπως έτσι ήταν η διαμονή μας στην Ασουνσιόν! Φοβηθήκαμε για σάκχαρο και χοληστερίνη! Για να μη γίνομαι μονότονη όμως, θα σας πω και για την πρώτη μας συνέντευξη στα Μ.Μ.Ε. της Παραγουάης – ναι, καλά διαβάσατε, για την πρώτη μας συνέντευξη! Γιατί ακολούθησε και δεύτερη…αλλά θα το δούμε αργότερα αυτό! Χωνεύοντας το γεύμα μας κι ενώ χαλαρώναμε πίνοντας το υπόλοιπο κρασί μας, βρισκόμενοι ακόμη στο εργαστήριο του Χόρχε Αρμάντο, η Αναλία μας πήρε τηλέφωνο και μας ανακοίνωσε πως σε λίγη ώρα δίνουμε συνέντευξη σε κάποιο κανάλι της τηλεόρασης της Παραγουάης! Μικρός πανικός ακολούθησε (δικός μου αποκλειστικά, αφού μόνο εγώ μιλάω ισπανικά, οπότε ήταν σαφές ποιος θα αγχωνόταν να μην απογοητεύσει τη δασκάλα του και ποιος θα γέλαγε με το άγχος του άλλου!) και χωρίς πολλά-πολλά, βρεθήκαμε σε κεντρικό σημείο της Ασουνσιόν με ένα μικρόφωνο και μια κάμερα μπροστά μας να μιλάμε για μας και το ταξίδι μας! Μερικά πλάνα με τη βέσπα κι αυτό ήταν! Ο δημοσιογράφος κι ο κάμεραμαν εξαφανίστηκαν πριν παρκάρουμε τη βέσπα, λόγω φόρτου εργασίας. Η συνέντευξη μάθαμε ότι προβλήθηκε, ωστόσο ποτέ δεν την είδαμε κι ούτε έφτασε στα χέρια μας το βίντεο…Κρίμα, είχαμε μεγάλη αγωνία αν βγήκε ωραίο το χτένισμα του Στέργιου στην τηλεόραση!

 Στην Ασουνσιόν είχαμε υπολογίσει να μείνουμε ένα ικανοποιητικό χρονικό διάστημα ώστε να έχουμε τον χρόνο να ασχοληθούμε λίγο με το μπλογκ και φυσικά να παραλάβουμε το πακέτο που μας είχαν στείλει οι δικοί μας με το ταχυδρομείο και ήταν καθ’ οδόν (όπως νομίζαμε…). Για να μη γινόμαστε “βάρος” για τους ανθρώπους που μας φιλοξενούσαν, αλλά και για να μπορέσουμε να απομονωθούμε λίγο – και να γλιτώσουμε τη χοληστερίνη και τον αλκοολισμό – βρήκαμε κατάλυμα στο “Hostal Arandu”. Ένα από τα πιο “νοικοκυρεμένα” χόστελ που έχουμε μείνει. Πεντακάθαρο, με μεγάλη κουζίνα και κοινόχρηστους χώρους, αλλά και σχεδόν άδειο από κόσμο αφού όπως πληροφορηθήκαμε, ο Μάιος είναι ο μήνας με τη λιγότερη τουριστική κίνηση. Οι μέρες στο χόστελ κύλησαν ήσυχα και μάλιστα, σύντομα συνειδητοποιήσαμε πως έχουμε αποκτήσει μια καθημερινότητα που μας άρεσε. Ψώνια, μαγείρεμα, φωτογραφικές βόλτες στην πόλη…γαστρονομικές βόλτες στην πόλη! Η αλήθεια είναι πως από τα πρώτα πράγματα που εξερευνήσαμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Ασουνσιόν, ήταν η κουζίνα της. Αφού μάλιστα μας είχαν μάθει και τα κατατόπια οι φίλοι μας, το μόνο που είχαμε να κάνουμε ήταν να δοκιμάζουμε κάθε μέρα και μια διαφορετική λιχουδιά! Και…κάπου εκεί, μεταξύ μαγειρικής, ζαχαροπλαστικής, μπυροποσίας και φωτογραφικής δημιουργικότητας, καταλάβαμε πως είχε έρθει η ώρα να φύγουμε. Η ευχάριστη καθημερινότητά μας είχε γίνει κάπως βαρετή και η αίσθηση της σέλας της βέσπας στα οπίσθιά μας, μας είχε λείψει…

 Τα πράγματα αναφορικά με την αναχώρησή μας δεν ήταν εύκολα για κάποιους ελαφρώς αναπάντεχους λόγους: Τί γίνεται με εκείνο το πακέτο από Ελλάδα; – Τίποτα! Ελέγχαμε σχεδόν καθημερινά την ιστοσελίδα του ταχυδρομείου, αλλά σύμφωνα με τον αριθμό εντοπισμού που είχαν δώσει στους δικούς μας όταν το έστειλαν, το πακέτο είχε κολλήσει κάπου στη Βραζιλία. Στο κεντρικά γραφεία των ταχυδρομείων της Ασουνσιόν, είχαμε αποκτήσει πλέον γνωστούς και φίλους. Ευγενέστατοι όλοι οι υπάλληλοι και προθυμότατοι να μας βοηθήσουν (ανάμεσά τους και μια ελληνικής καταγωγής Παραγουανή!), αλλά χωρίς καμία αποτελεσματικότητα. Δεν ξέρουμε αν τελικά η ευθύνη ήταν των ΕΛ.ΤΑ., των ταχυδρομείων της Παραγουάης ή των τελωνείων της Βραζιλίας, όμως το πακέτο ήταν άφαντο…Ευτυχώς, είχαμε δηλώσει ως παραλήπτη μια κοπέλα, τη Λάρι, που μένει στην Ασουνσιόν (και που είναι φίλη Έλληνα φίλου – πόσο μικρός είναι ο κόσμος!), οπότε όταν με βαριά καρδιά αποδεχτήκαμε το γεγονός πως είναι πολύ περίπλοκο να παραλάβουμε ένα τόσο δα δεματάκι, η απόφαση να το αγνοήσουμε και να συνεχίσουμε, πάρθηκε! Πάμε; – Όχι! Το επόμενο πρόβλημα ήταν πως όλο το προηγούμενο διάστημα μιλούσαμε με την εταιρία (Red Fox) που θα μας χορηγούσε την καινούρια μας σκηνή και πως έπρεπε να περιμένουμε μέχρι να μας τη στείλουν. Όταν μας πρότειναν να μας τη στείλουν με το ταχυδρομείο κι έχοντας την εμπειρία της αναποτελεσματικότητας του, τρομάξαμε! Ευτυχώς όμως, η εταιρία μας την έστειλε με ιδιωτική κούριερ, οπότε αυξήσαμε τις πιθανότητές μας να τη λάβουμε! Άλλη μια βδομάδα στην Ασουνσιόν λοιπόν…

 Η σκηνή όμως ήρθε χωρίς επιπλοκές κι ενώ ήμαστε έτοιμοι να πετάξουμε τα πράγματά μας γρήγορα σε μια βαλίτσα και να φύγουμε τρέχοντας, αποφάσισα να πάθω ένα γερό κρυολόγημα! 3 μέρες με αδυσώπητο πονόλαιμο, κοτόσουπα και νεύρα! Υπομονή…μια Παρασκευή του Ιούνη λοιπόν, όλα έδειχναν ότι θα φύγουμε: οι δυο μας υγιείς, ο καιρός καλός, η βέσπα σαν καινούρια! Μοναδική λεπτομέρεια ότι η βέσπα όλον αυτόν τον καιρό δεν έμενε μαζί μας. Για να μην την έχουμε εκτεθειμένη στους κινδύνους του παρκαρίσματος στον δρόμο, ο Ντιοσνέλ, φίλος από το βέσπα κλαμπ της Παραγουάης, είχε προσφερθεί να μας τη φιλοξενήσει στο μαγαζί του που ήταν ένας τεράστιος φυλασσόμενος χώρος με αντίκες. Έτσι λοιπόν, το προηγούμενο βράδυ πριν την αναχώρηση μας, του στείλαμε μήνυμα για να του πούμε πως το επόμενο πρωί θα περνούσαμε να τον χαιρετήσουμε και να πάρουμε και το βεσπάκι…Αμ, δε! Ο Ντιοσνέλ, μαζί με την οικογένειά του είχαν αποφασίσει να πάνε εκδρομή εκείνες τις μέρες, απλώς είχαν ξεχάσει να αναφέρουν αυτή την πληροφορία σε μας. Παγιδευμένοι λοιπόν στην Ασουνσιόν μέχρι τη Δευτέρα που θα επέστρεφαν από την εκδρομή τους και θα απελευθέρωναν το βεσπάκι!

 Για να μην γίνομαι κουραστική, ενημερώνω πως ναι, τελικά εκείνη τη Δευτέρα φύγαμε! Όμως, πριν φύγουμε καταφέραμε και ξανα-παγιδευτήκαμε, αλλά αυτή τη φορά με αστείο τρόπο! Ένας φωτογράφος είχε μάθει πως ένα ζευγάρι Ελλήνων με μια βέσπα κυκλοφορεί ελεύθερο στην πόλη, οπότε μέσω κάποιων μελών του βέσπα κλαμπ, μας ζήτησε να μας φωτογραφίσει. Μας διαβεβαίωσε πως είναι για το προσωπικό του πορτφόλιο κι έτσι συμφωνήσαμε να συναντηθούμε – ήδη η εμφάνιση στην τηλεόραση ήταν κάτι “έξω απ’ τα νερά μας”, οπότε το να συμμετέχουμε σε φωτογράφιση, ακουγόταν επίσης υπερβολικό για τα δεδομένα μας. Όντως, συναντηθήκαμε με τον Χόρχε τον φωτογράφο. Όντως έβγαλε μερικές φωτογραφίες και συζητήσαμε γενικώς και αορίστως για το ταξίδι, τη βέσπα και το επάγγελμα του φωτογράφου.

Σ'ΑΡΕΣΕΙ Η ΒΟΛΤΑ;

Αγόρασε κάτι απ' τα ψιψιψόνια μας και δώσε μας μερικά παραπάνω χιλιόμετρα!

 

Η έκπληξη ήρθε αργότερα, όταν εκεί που ήμαστε, σταμάτησε ένα αυτοκίνητο με το λογότυπο μιας εφημερίδας της Παραγουάης και μάλιστα μεγάλης κυκλοφορίας! Από το αυτοκίνητο βγήκαν ένας φωτογράφος και μια δημοσιογράφος που ήταν έτοιμοι να μας πάρουν συνέντευξη και να μας φωτογραφίσουν. Δεν είχαμε ιδέα γι’ αυτό και ποτέ δεν καταφέραμε να καταλάβουμε ποιος το κανόνισε και πότε! Στην αρχή ενοχληθήκαμε, αλλά αφού δεν ξέραμε σε ποιον να επιρρίψουμε την ευθύνη κι αφού η δημοσιογράφος δεν έφταιγε σε τίποτα, αποφασίσαμε να δώσουμε τη συνέντευξη. Το μόνο πράγμα που αρνηθήκαμε ήταν να δώσουμε έμφαση στο “λοβ-στόρυ” μας και να σχηματίσουμε καρδούλες με τα χέρια μας κι άλλα σαχλά. Τελικά, η δημοσιογράφος αποδείχτηκε εξαιρετική επαγγελματίας κι όταν εκδόθηκε η συνέντευξη και τη διαβάσαμε, εκτιμήσαμε τον επαγγελματισμό της.

 Οι τελευταίες μας 2 μέρες στην Ασουνσιόν πέρασαν με δυσπεψία, αφού ξέραμε πως μερικά από τα παραδοσιακά πιάτα της Παραγουάης δε θα τα ξανασυναντούσαμε. Μερικές ακόμη βόλτες στο κέντρο της πόλης που τόσο μας άρεσε, ήταν επίσης επιβεβλημένες! Άλλωστε το ιστορικό κέντρο της Ασουνσιόν ήταν ένα από τα πιο “ανθρώπινα” κέντρα πρωτεύουσας που έχουμε επισκεφτεί (το μόνο “απάνθρωπο” ήταν να βρεθεί κανείς πίσω από λεωφορείο την ώρα που ζορίζεται να ξεκινήσει στην ανηφόρα…). Έτοιμοι πια, με καινούρια σκηνή και με τη βέσπα μας απελευθερωμένη από τα δεσμά της, ξεκινήσαμε. Πολλούς από τους φίλους μας στην Ασουνσιόν δεν προλάβαμε να τους χαιρετίσουμε. Άλλους πάλι, τους “χαιρετίσαμε” αρκετές φορές με μπύρες και μπάρμπεκιου. Σίγουρα, οι αναμνήσεις μας από την Παραγουάη θα είναι κυρίως γεμάτες από το “ανθρώπινο στοιχείο” της χώρας αυτής. Άλλωστε, κάπως έτσι σκέφτονται και οι ίδιοι οι Παραγουάνοι: ζουν σε μια μικρή χώρα στο κέντρο της Νότιας Αμερικής που δεν έχει τη φήμη των γειτονικών τουριστικών “μεγαθήριων” με τα μεγαλόπρεπα τοπία και την τουριστική βιομηχανία. Αυτό όμως στο οποίο μπορούν να “επενδύσουν” οι Παραγουάνοι, είναι οι άνθρωποι, οι φιλόξενοι και ανοιχτόκαρδοι άνθρωποι που θα κερδίσουν τις εντυπώσεις του κάθε επισκέπτη.

 

 
Next PostPrevious Post

Διάβασε το βιβλίο μας

About us

worldvespa

Facebook Twitter

Είμαστε ο Στέργιος και η Αλεξάνδρα και γυρίζουμε τον κόσμο με τη βέσπα μας. 6 χρόνια τώρα ταξιδεύουμε στην Αφρική & τη Νότια Αμερική και συνεχίζουμε. Διάβασε το βιβλίο μας: "Ρύζι και Χώμα: Ένα ταξίδι με βέσπα στην Αφρική"

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *